15 Απριλίου 2015
Απαράδεκτη η αίτηση αναστολής του αρ. 203 ΚΔΔ χωρίς συνυποβολή δήλωσης περουσιακής κατάστασης
“Με την ΠΟΛ.1182/19.7.2013 καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης που περιλαμβάνεται στην αίτηση αναστολής του άρθρου 203 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999). Σύμφωνα με την ΠΟΛ 1182 εάν το δικόγραφο της αίτησης αναστολής δεν περιέχει συμπληρωμένη τη Δήλωση Περιουσιακής Κατάστασης του αιτούντος αναστολή, η αίτηση αναστολής απορρίπτεται ως απαράδεκτη (τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 203 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας). Το άρθρο 203 ΚΔΔ τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 4051/2012 (ΦΕΚ 40 Α729.02.2012) και του άρθρου πρώτου της από 30.4.2012 ΠΝΠ (ΦΕΚ 103 Α730.04.2012), όπως κυρώθηκε με το άρθρο δεύτερο του ν. 4079/2012 (ΦΕΚ 1$0 Α720.09.2012) και έχει ως εξής: « 1. Η αίτηση αναστολής, εκτός από τα στοιχεία που προβλέπει το άρθρο 45, πρέπει να αναφέρει τους συγκεκριμένους λόγους που δικαιολογούν την αναστολή. 2. Η αίτηση κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμεί η προσφυγή, και πρέπει να συνοδεύεται από τρία (3) απλά αντίγραφα. Στις φορολογικές και τελωνειακές εν γένει διαφορές, μαζί με την αίτηση αναστολής συνυποβάλλεται και επικυρωμένο αντίγραφο της προσφυγής. Στις διαφορές του προηγούμενου εδαφίου, η αίτηση αναστολής περιλαμβάνει με ποινή το απαράδεκτο της ασκήσεως της, κατάσταση στην οποία ο αιτών δηλώνει: α) το παγκόσμιο εισόδημα του από κάθε πηγή και
β) την περιουσιακή του κατάσταση στην Ελλάδα και οπουδήποτε στην αλλοδαπή. Αν ο αιτών είναι φυσικό πρόσωπο, δηλώνεται και το παγκόσμιο εισόδημα από κάθε πηγή, καθώς και η περιουσιακή κατάσταση οπουδήποτε στην Ελλάδα και στην αλλοδαπή του ή της συζύγου και των ανηλίκων τέκνων. Αν ο αιτών είναι νομικό πρόσωπο, δηλώνεται και το παγκόσμιο εισόδημα από κάθε πηγή, καθώς και η περιουσιακή κατάσταση οπουδήποτε στην Ελλάδα και στην αλλοδαπή συνδεδεμένου νομικού προσώπου με τον αιτούντα καθώς και των φυσικών προσώπων που σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις ευθύνονται ατομικά για τις φορολογικές και τις τελωνειακές υποχρεώσεις του νομικού προσώπου. Ως συνδεδεμένο νομικό πρόσωπο για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, νοείται η σύνδεση με σχέση άμεσης ή έμμεσης ουσιώδους διοικητικής ή οικονομικής εξάρτησης ή ελέγχου, λόγω συμμετοχής του αιτούντος νομικού προσώπου στο κεφάλαιο ή τη διοίκηση του άλλου νομικού προσώπου ή λόγω συμμετοχής των ιδίων προσώπων στο κεφάλαιο ή στη διοίκηση και των δύο νομικών προσώπων. Η περιουσιακή κατάσταση περιλαμβάνει ιδίως τα εμπράγματα και ενοχικά δικαιώματα σε ακίνητα, τις καταθέσεις οποιουδήποτε είδους και τα συναφή τραπεζικά προϊόντα, τις επενδύσεις σε κινητές αξίες, τα μηχανοκίνητα ιδιωτικά μέσα μεταφοράς, τα δάνεια και τις δωρεές, τις μετοχές, τα μερίδια, τα δικαιώματα ψήφου ή συμμετοχής σε κεφάλαιο σε οποιασδήποτε μορφής νομική οντότητα, όπως ορίζεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 51Α του Κ.Φ.Ε. και τα εμπράγματα και ενοχικά δικαιώματα σε κινητά μεγάλης αξίας. Μαζί με την περιουσιακή κατάσταση, δηλώνεται από τον αιτούντα και η εκτιμώμενη αγοραία αξία των περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνονται σε αυτήν. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης που περιλαμβάνεται στην αίτηση αναστολής, μπορεί να εξειδικεύονται τα περιουσιακά στοιχεία που δηλώνονται και προσδιορίζεται η αξία των εμπράγματων και ενοχικών δικαιωμάτων σε κινητά, πάνω από την οποία τα δικαιώματα αυτά περιλαμβάνονται οπωσδήποτε στην δήλωση περιουσιακής κατάστασης. (Η παρ. 2
τίθεται όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 παρ. 1 Ν. 4051/2012, με ισχύ από 2-4-2012 και την από 30-4-2012 Π.Ν.Π., Φ.Ε.Κ. 103Α´).
3. Ο πρόεδρος του συμβουλίου ή ο δικαστής, που διευθύνει το δικαστήριο ενώπιον του οποίου υποβάλλεται η αίτηση, με πράξη του πάνω σε αυτήν, ορίζει το τμήμα το οποίο θα προβεί στην εκδίκαση της. Με την ίδια πράξη διατάζει τον αιτούντα να επιδώσει προς τη Διοίκηση και τον τρίτο, ο οποίος έχει δικαίωμα να ασκήσει παρέμβαση κατά τη δίκη της αντίστοιχης προσφυγής, αντίγραφα της αίτησης αναστολής και της προσφυγής με την πράξη ορισμού δικασίμου. Η τελευταία υποχρεούται να αποστείλει στο δικαστήριο αντίγραφο της πράξης της οποίας ζητείται η αναστολή εκτέλεσης, καθώς και το σχετικό φάκελο με τις απόψεις της. Προς τούτο, με την ίδια πράξη, τάσσεται σε αυτήν προθεσμία, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των πέντε (5) ημερών.
4. Τους δικαστές ή το δικαστή που θα προβούν στην εκδίκαση της αίτησης ορίζει ο πρόεδρος του τμήματος.
5. Ο αιτών οφείλει να προσκομίσει τα αποδεικτικά του στοιχεία έως τη λήξη της κατά την παράγραφο 3 προθεσμίας.
6. Δεύτερη αίτηση κατά της ίδιας πράξης είναι απαράδεκτη, εκτός αν ο αιτών έχει ήδη υποβάλει παραίτηση από την πρώτη. (Το άρθρο 203 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 20 παρ. 1, 2 και 3 Ν. 3659/2008 με ισχύ από 7-6-08).»
Προς αποφυγή απαραδέκτων αιτήσεων αναστολής εφιστάται ιδιαιτέρως η προσοχή στην τήρηση των ανωτέρω διατάξεων.
Ανακοινώνεται στους συναδέλφους ότι εφεξής για την κατάθεση και συζήτηση ενστάσεων ενώπιον των Τ.Δ.Ε Ι.Κ.Α. απαιτείται προσκόμιση γραμματίων προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής και ενσήμων εξομειούμενη με το γραμμάτιο προείσπραξης ενώπιον του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου.
Σε διαφορετική περίπτωση δεν θα γίνεται δεκτή η παράσταση του πληρεξούσιου δικηγόρου σύμφωνα με την υπ´ αριθμ. ΑΠ Γ99/85/16-6-2014 Εγκύκλιο Διοίκησης Ι ΚΑ.